Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Να 'μουν χαρταετός... Ένας χαρταετός αφηγείται το ταξίδι του!

 

«Ότι μπόρεσα ν' αποχτήσω μία ζωή από πράξεις ορατές για όλους, επομένως να κερδίσω την ίδια μου διαφάνεια, το χρωστώ σ'  ένα είδος ειδικού θάρρους που μου έδωσε η Ποίηση: να γίνομαι άνεμος για το χαρταετό και χαρταετός για τον άνεμο, ακόμη και όταν ουρανός δεν υπάρχει….».

Οδυσσέας Ελύτης - Μικρός Ναυτίλος



 

 "Τα Τσερκένια" του Κοσμά Πολίτη ήταν η αφορμή  για να ταξιδέψουμε με τους μαθητές της Α' Γυμνασίου. " ...Είδες ποτέ σου πολιτεία να σηκώνεται ψηλά; Δεμένη από χιλιάδες σπάγγοι ν' ανεβαίνει στα ουράνια; Ε, λοιπόν, ούτε είδες ούτε θα μεταδείς ένα τέτοιο θάμα... Και όπως κοιτάγαμε όλο ψηλά, τα μάτια μας γεμίζανε ουρανό, ανασαίναμε ουρανό, φαρδαίναμε τα στέρνα μας και κάναμε παρέα με αγγέλοι..."

 

Και οι σκέψεις και τα κείμενα των μαθητών σήκωσαν τη διαδικτυακή μας τάξη ψηλά!!!




Να 'μουν χαρταετός....

να άγγιζα τον ουρανό

να έπαιζα με τα αστέρια

να πίστευα ότι μπορούμε όντως να πετάξουμε

να πετούσα και να μην είχα έγνοιες για τον κόσμο

να προσγειώνομαι με προσοχή και όχι απότομα

να με αγαπούν ακόμη και αν με ξεχάσουν όταν κολλήσω σε κάποιο δέντρο

να πετούσα ψηλά στον ουρανό

να πετώ δίπλα στα χελιδόνια

να έφερνα χαμόγελα στα παιδιά

να ήμουν χρωματιστή...

...να ένιωθα ξεχωριστός ,μοναδικός ,χρωματιστός και να πετούσα ψηλά και να ήμουν ελεύθερη

να άγγιζα τα σύννεφα

να κοιτούσα τον ήλιο κατάματα

να πετούσα ψηλά, πολύ ψηλά, να έβλεπα την πόλη μας, τα βουνά, τα ποτάμια, να έκανα το γύρο της γης και τέλος να πήγαινα στο διάστημα να έβλεπα τους πλανήτες, τα άστρα και να με τύλιγε ο ήλιος με τη ζεστασιά του και να χαμογελούσα για τελευταία φορά ,να αποχαιρέταγα την ελευθερία, την ξεγνοιασιά για το πέταγμα. Αντίο!

να βλέπω τα πάντα από τον γαλάζιο ουρανό και με τον απαλό αέρα να χαϊδεύει το πρόσωπό μου

να έβλεπα όλη τη γη από ψηλά

να ήμουν ελεύθερος

να πετούσα στα σύννεφα

να ένιωθα ανεμελιά

να πήγαινα ψηλά στον ουρανό πέρα από τον κορονοϊό

να έβλεπα τον κόσμο από ψηλά

θα πετούσα μακριά και θα ξέφευγα απ’ όλα

να πετούσα στον καταγάλανο ουρανό

να ζούσα μια διαφορετική ζωή από ψηλά

θα με πετούσαν οι άλλοι :)

τον κόσμο όλο να μπορούσα να γυρνώ, χωρίς έγνοιες ελεύθερος να ζω

να πετούσα μακριά από όλα και να κάνω ταξίδια μακρινά

χαρούμενος

να πετούσα με τα πουλιά, τα αεροπλάνα και τα αερόστατα

να έκανα τον γύρο του κόσμου

να ταξίδευα πάνω από τα σύννεφα ψηλά

να πετώ παντού

 

 Ένας χαρταετός αφηγείται το ταξίδι του…..


Χαρταετός σαν ήμουνα, πάντα ψηλά πετούσα

Τη θάλασσα για να κοιτώ που τόσο αγαπούσα

Εμένα με ταξίδευε το ελαφρό το αγέρι

και γρήγορα με πήγαινε σε τόσο ωραία μέρη

Είχα ατυχήματα πολλά και έπεφτα στο χώμα

όμως κοιτάξτε είμαι εδώ, στον ουρανό ακόμα

Μονάχα όταν κουραστούν τον σπάγκο τον μαζεύουν

Του χρόνου πάλι τη γιορτή όλο χαρά προσμένουν   Σ.Σ. 



Ένας χαρταετός πετάει ψηλά

και ταξιδεύει μακριά

Ρυάκια, χείμαρρους περνά

και συνεχίζει δυνατά

Βλέπει τα παιδάκια στην ακρογιαλιά

και τα πλοία να πλέουν στα ανοιχτά

Κάθε Καθαρά Δευτέρα

ταξιδεύει παραπάερα.

Ακολουθούνε και άλλοι

πιο μικροί και πιο μεγάλοι.

Πετάει πάνω από βουνά

πολιτείες και χωριά.

Νέο κόσμο γνωρίζει 

και παράξενα αντικρίζει.

Όμως ξαφνικά καταιγίδα

ξεκινάει εκεί ψηλά.

Προσπαθεί να ξεφύγει

αλλά η βροχή τον εμποδίζει.

Τελικά τα καταφέρνει

και σ' ένα δέντρο τώρα μένει.

Μετά από πολύ καιρό

ένα παιδάκι μικρό βρίσκει τον χαρταετό.

Από το δέντρο τον τραβάει

και στον ουρανό τον αφήνει πάλι να πετάει.

Κι έτσι ο χαρταετός ξεκινάει ταξίδι με νέο προορισμό

αυτή τη φορά ίσως ακόμη πιο μακρινό.  Χ.Γ.



Άλλη μια Καθαρά Δευτέρα στα χέρια του μικρού Παναγιωτάκη που με πηγαινοφέρνει πέρα δώθε τραβώντας τον σπάγκο με τη βοήθεια του πατέρα του. Κι άλλη μια φορά που θέλω έτσι όπως ανεβαίνω ψηλά να πετάξω μακριά, αλλά που τέτοια τύχη; Μόνο ο αέρας και τα σύννεφα μπορούν να πραγματοποιήσουν το όνειρό μου, αυτά που βλέπω να μπορώ και να τα αγγίξω! Η ώρα του φαγητού έφτασε και όλη η οικογένεια έκατσε στο πλαστικό τραπέζι. Όμως ο άνεμος ήταν πολύ δυνατός και  ο μικρός αφαιρέθηκε και δεν πρόλαβε να με δέσει καλά. Ο άνεμος με πήρε ψηλά. Προσπάθησα να ανοίξω τη μεγάλη ουρά μου για αντίσταση αλλά με πήρε πολύ πάνω πια! Χωρίς να το καταλάβω βρισκόμουν ήδη πάνω απ’ τα σύννεφα, τα σπιτάκια από κάτω μου έμοιαζαν πολύ μικροσκοπικά. Αλλά το πιο εντυπωσιακό ήταν ο ήλιος που μπορούσα να τον κοιτάξω κατάματα! Να δω πια αυτό το χρώμα που στις παιδικές ζωγραφιές μόνο κίτρινο δε θα έπρεπε να είναι. Να δω αυτή την απόχρωση που θα μπορούσε να κάνει όλους τους ανθρώπους ευτυχισμένους! Όπως εμένα!... σκέφτηκα, καθώς κοιτούσα αποσβολωμένος από τη λάμψη του. Ξαφνικά άκουσα ένα βουητό και παραλίγο να χάσω τη γη κάτω από τα πόδια μου, όπως θα έλεγε και μια ανθρώπινη παροιμία. Αλλά ευτυχώς πρόλαβα και πιάστηκα από δυο μαλακά, αφράτα σύννεφα… «Αεροπλάνο! Αεροπλάνο!» φώναξε το ένα από τα δυο σύννεφα. «Τι σου κάνει εντύπωση;» το ρώτησα με απορία και εκείνο μου απάντησε: «Κλείσε τα μάτια και σε λίγο θα είσαι πίσω στο σπίτι σου…» «Ξύπνα Παναγιώτη! Ξύπνα! Ξημέρωσε Καθαρά Δευτέρα. Πάμε να πετάξουμε χαρταετό!»

Μα γιατί τα όνειρα να τελειώνουν τόσο γρήγορα; Ο. Τ.

 

 

Τα ψηλά τα νέφη πάω να επισκεφθώ,

Τον κόσμο όλο παρακολουθώ,

Το ταξίδι αυτό είναι μοναδικό

που δεν έχει τελειωμό.

 

Μα τι ωραία που είναι εδώ!

Παρέα με τον καταγάλανο ουρανό,

τις ομορφιές της Γης κοιτάμε

και πάντα χαμογελάμε.   Ν. Π.

 

Γεια σας!!! Είμαι ο χαρταετός! Η χαρά των παιδιών να παίξουν μαζί μου την καθαρά Δευτέρα μαζί με την οικογένειά τους και να μοιραστώ μαζί τους την ελευθερία που νιώθω όταν πετάω στα σύννεφα. Θα μοιραστώ μαζί σας ένα ταξίδι μου και πιστεύω να νιώσετε κι εσείς τη χαρά και την ελευθερία που νιώθω όταν πετάω στα σύννεφα.

Το πρωί όλη η οικογένεια ξυπνάει για να ετοιμαστούν. Όλοι είναι χαρούμενοι και το ίδιο χαρούμενος είμαι κι εγώ γιατί στέκομαι πολλές μέρες σε μια γωνιά. Επιτέλους θα πετάξω! Όταν φεύγουν με παίρνουν μαζί και η αναμονή μου είναι μεγάλη.

 Φτάνουμε σε ένα πάρκο και εκεί υπάρχουν και άλλοι φίλοι μου χαρταετοί. Η ώρα του πετάγματος έφτασε και ενώ ένα παιδί με κρατάει στα χέρια και τρέχει γρήγορα, ξαφνικά βρίσκομαι μέσα στα σύννεφα και νιώθω ότι φτάνω τον ήλιο. Νιώθω τη ζεστασιά του και νομίζω ότι θα καώ γιατί όσο πιο ψηλά ανεβαίνω η ζέστη είναι μεγαλύτερη.

 Η χαρά μου είναι μεγάλη και νιώθω επιτέλους ελεύθερος. Ξαφνικά όμως κατάλαβα ότι χάνω ύψος και από τα σύννεφα βρέθηκα σε ένα θάμνο ξεχασμένος από όλους χωρίς να με ψάξει κανείς. Τουλάχιστον έζησα το ταξίδι σκέφτηκα και έμεινα εκεί.

Α. Γ.

 

Ένας χαρταετός αφηγείται το ταξίδι του

εμπιστεύεται τα χέρια ενός παιδιού και προχωρά

συναντά τους φίλους του

και μες στα σύννεφα πετά.


Με ομορφιά και χάρη 

και χρώματα πολλά

γεμίζουν οι ουρανοί 

και κλείνει ο δρόμος για τα πουλιά. 


Περνά βουνά και θάλασσα

χαρίζει χαμόγελα παντού

και νιώθει μάτια καρφωμένα 

άλλοτε κει κι άλλοτε αλλού.


Γνωρίζει παραδόσεις κι έθιμα πολλά,

τόπους με ιδανικά

κι όμως τίποτα δεν τον κρατά,

συνεχίζει να προχωρά...


Λουλούδια ευωδιαστά αντικρίζει από ψηλά

ανθρώπους να κοιτούν από μακριά

μικρά παιδιά στην παιδική χαρά

κι εκείνος συνεχίζει ακάθεκτος μπροστά...


Ξεσπάσματα ανέμου βιώνει ξαφνικά 

κι ο ήλιος χαιρετά για λίγο

και γέρνει να κοιμηθεί στην άλλη πλευρά 

και στο σκοτάδι έντρομος βαδίζει μοναχικά.


Κι όταν ο ήλιος ανατέλει ξανά

ο αέρας σταματάει ξαφνικά 

και ο αετός πέφτει σε μια ακρογιαλιά

και περιμένει τραυματισμένος μια αγκαλιά...


Οι μέρες περνούν βασανιστικά 

κι ο κάποτε αλύγιστος αετός σβήνει σιγά σιγά. 

Λίγη βοήθεια ζητά 

όμως όλοι τον προσπερνούν βιαστικά.


Μα ένα κορίτσι δείχνει στοργή 

τον γιατρεύει και τον φροντίζει όσο μπορεί

κι αυτός με ένα γλυκό φιλί την ευχαριστεί

και προχωρά για άλλη πόλη μακρινή...